«Πώς να μείνουνε εδώ οι νέοι; Ακόμη και εμάς μας κυνηγούνε. Σήμερα με κάτσανε στο σκαμνί κατηγορούμενη για παράνομη σφαγή των μοσχαριών μου. Αφού δεν υπάρχουνε σφαγεία, πού να πάμε; Από τα γελάδια ζω, γιατί με κυνηγάνε;», ρωτάει και ξαναρωτάει η κ. Κατερίνα Καραχάλιου, μία από τους τρεις μόνιμους κατοίκους στο χωριό Κλήμα της Φωκίδας.
Το Κλήμα Υαίας εμφανίζεται στην τελευταία απογραφή να έχει σαράντα εννέα μόνιμους κατοίκους, όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική. «Είμαστε τρεις στο Κλήμα, άλλοι τρεις στο Τριβίδι και μερικοί τσοπάνηδες τα Σαββατοκύριακα στο Κάλλιο», λέει η κ. Καραχάλιου.
Περισσότερα από 200 έρημα χωριά υπάρχουν σήμερα σε όλη τη χώρα, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή.
Τα πιο πολλά είναι σε ορεινές περιοχές στους νομούς Αιτωλοακαρνανίας, Φωκίδας, Ευρυτανίας, Λακωνίας, Αρκαδίας και Ξάνθης.
Σε 55 χωριά του Νομού Ξάνθης οι απογραφείς δεν βρήκαν ούτε έναν κάτοικο.
«Το ανύπαρκτο οδικό δίκτυο και η τεχνητή λίμνη του Μόρνου, που κατέστρεψε τον κάμπο και έδιωξε χιλιάδες αγρότες που είχαν κτήματα εκεί, εξαφάνισαν τον πληθυσμό από την ορεινή Δωρίδα», υποστηρίζει ο κ. Γιώργος Μετάνιας από το χωριό Κόκκινος. «Ακόμα ζητάμε το ανταποδοτικό τέλος από την ΕΥΔΑΠ.
Οι Αθηναίοι ξεδίψασαν και οι ντόπιοι πείνασαν.
Οι αποφάσεις για τις απαλλοτριώσεις ελήφθησαν επί χούντας και οι αποζημιώσεις δόθηκαν 12 χρόνια μετά. Ήταν μηδαμινές για τους κατοίκους, που έχασαν τη μοναδική πηγή εισοδήματός τους. Τουλάχιστον 20 χωριά απέναντι από το Λιδόρικι αποκλείστηκαν. Όταν ήταν ο κάμπος, η απόσταση ήταν 10 χλμ., τώρα πρέπει να κάνουν τον γύρο της λίμνης- άλλα 50 χλμ. δηλαδή. Πώς να μείνουν οι άνθρωποι εδώ;».
«Πώς γίνεται η περιοχή να ανθούσε στην αρχαιότητα και να ρημάζει σήμερα;», αναρωτιέται ο κ. Γιώργος Μαναγλιώτης από τη Λεύκα, ένα χωριό κοντά στη λίμνη του Μόρνου, με πέντε κατοίκους τον χειμώνα.
«Εδώ βρισκόταν το αρχαίο Αιγίτιο, πρωτεύουσα των Αποδοτών που νίκησαν τους Αθηναίους το 426 π.Χ. Τότε δεν υπήρχαν αυτοκίνητα και τρένα, κι όμως ζούσαν χιλιάδες άνθρωποι.
Τώρα η τεχνολογία, που υποτίθεται ότι μικραίνει τις αποστάσεις, δεν δείχνει να ωφελεί τον τόπο». Υπάρχουν ωστόσο και εκείνοι που επιστρέφουν: «Πήρα τη σύνταξή μου και ξαναγύρισα με τη γυναίκα μου στο χωριό όπου γεννήθηκα, στα Βαρδούσια», λέει ο κ. Βασίλης Βλαστάρας. «Σε 1.200 μέτρα υψόμετρο, με το χιόνι να απειλεί να μας αποκλείσει, μόνο εμείς και ένας ακόμη 70χρονος μένουμε στο Ψηλό Χωριό τον χειμώνα. Οι περισσότεροι μού έχουν δώσει τα κλειδιά των σπιτιών τους και τα προσέχω, ενώ κάθε Σαββατοκύριακο μαζευόμαστε τουλάχιστον 40 νοματαίοι από τα γύρω χωριά και τη Ναύπακτο και πάμε να κυνηγήσουμε αγριογούρουνα».
Ανασφάλεια
«Υπάρχει αίσθημα ανασφάλειας και απομόνωσης, καθώς πολλά χωριά αποκλείονται τον χειμώνα από τα χιόνια και οι μεγαλύτεροι που έχουν απομείνει σε αυτά φοβούνται τώρα και κατεβαίνουν στην Αθήνα, κοντά στα παιδιά τους», υποστηρίζει ο δήμαρχος Βαρδουσίων κ. Βασίλης Νικολέτος. «Οι νέοι δεν έχουν μνήμες που να τους δένουν με αυτόν τον αφιλόξενο τον χειμώνα τόπο. Αν φύγει και η γενιά του πολέμου, θα ερημώσουν όλα τα χωριά της περιοχής και ίσως να μην κατοικούνται πια ούτε και το καλοκαίρι»
ΦΑΡΜΑΚΕΙΑ, γιατροί και νοσοκομεία είναι δυσεύρετα στα πιο πολλά χωριά που ερημώνουν τον χειμώνα. «Στην Αναβρυτή Λακωνίας το σχολείο είχε πριν από 20 χρόνια 300 παιδιά, τώρα δεν υπάρχει ούτε σχολείο, ούτε παιδιά τον χειμώνα» λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Γιάννης Μαρινάκης. «Περίπου 40 χωριά ερημώνουν τον χειμώνα στη Λακωνία. Κάποτε ήταν συνήθεια τα δύο σπίτια και οι κτηνοτρόφοι είχαν ένα στο βουνό και ένα στον κάμπο για να ξεχειμωνιάζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Πολύδροσο που έχει 1.500 σπίτια, όλα γεμάτα το καλοκαίρι, ενώ τον χειμώνα δεν βρίσκεις ούτε έναν κάτοικο, μολονότι λειτουργεί ξενώνας για τουρίστες από ξένους που έρχονται από τη Σπάρτη για να τον δουλέψουν», λέει ο κ. Γιάννης Σκιαδάς.
0 Σχόλια